Τετάρτη 4 Ιουνίου 2008

Ελα..παμε..

...Να παμε βολτα..ναι..σημερα.
Σημερα που νιωθω τον ηλιο πανω μου σα χαδι τρυφερο.
Σημερα που ειδα να τσακωνονται το πρωι στο τρενο κ δεν εψαξα το ποιος εχει δικιο,να τον υπερασπιστω η να θυμωσω με το αδικο.
Σημερα που ειναι μια νεα μερα και θελω να ελπιζω..Ελπιζω παλι..ναι.
Σημερα που εκλεψα τους κηπους στο δρομο κ εδωσα τα ανθη τους σε μια γιαγια που περναγε..τι καλημερα ηταν αυτη που μου εδωσε??απιστευτη!
Σημερα που ανοιξα ολες τις γριλιες απο το παραθυρο στο γραφειο κ ενα φως σαν καταραχτης ξεχυθηκε στο κλουβακι μου.
Να παμα βολτα..εγω εδω,εσυ εκει..αλλα μαζι.
'Γνωρισα'χτες μια Μεγαλη Ψυχη στα μπλογκ που σεργιανουσα.
Πηρα ανασα μεγαλη..δυναμη περισσια..θαρρος να συνεχισω..οτι.
Κι αυτος ο κοσμος,ο δικος μου,που τον ειχα ξεχασει στο μπαουλο της ψυχης μου..σημερα ειναι εδω,μου λεει καλημερα κ χαμογελαω.
Ελα να παμε να παιξουμε..οπως τοτε..παιδια ανεμελα..στους χωματενιους δρομους..
Ελα..κι ας ματωσουν τα γονατα μας..Αξιζει σου λεω..

13 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Μια καλημέρα καλοκαιρινή, μυρωδάτη, νοσταλγική, γεμάτη από ανθούς, καρδιές, αγάπες μα πάνω απ’όλα, λουσμένη με φως!

Κι ένα τραγούδι συντροφιά να δίνει οξυγόνο στις ανάσες σου και να μετατρέπεται σε "ατομική" ενέργεια.

Τα παιδιά ζωγραφίζουν στον τοίχο
δυο καρδιές κι έναν ήλιο στη μέση
Παίρνω φως απ’ τον ήλιο και φτιάχνω την αγάπη
και μου λες πως σ’ αρέσει

Τα παιδιά τραγουδούν μες στους δρόμους
κι η φωνή τους τον κόσμο αλλάζει
Τα σκοτάδια σκορπάνε κι η μέρα λουλουδίζει
σαν ανθός στο περβάζι

Ένα σύννεφο είν’ η καρδιά μου
κι η ζωή μου γιορτή σε πλατεία
Σ’ αγαπώ κι ο απέραντος κόσμος πόσο μοιάζει
με μικρή πολιτεία

Καλημέρες + τραγούδια + αγάπες + λουλούδια = Πολλά χαμόγελα

η κοπέλα με το καναρινί φόρεμα είπε...

Ναι...!!!!!! Πάμεεε...!!!

Γιατί όλα τα μπαούλα της ψυχής κρύβουν μέσα τους ανθάκια από γαζία!!! Κι έχεις μυρίσει ποτέ γαζία; Έτσι μοσχοβολάει τόσο όμορφα όσο η διαθεσή σου σήμερα!

Πάμε σου λέω... θα μετρήσω ως το δέκα...!!!

maya είπε...

πέρασα και γω προχτές
απο μια παιδική χαρά απ'έξω
κάπου στην αθήνα...
και είχε μια παρέα παιδιών που γελούσαν.
μικρά παιδιά, ανέμελα.
γελούσαν τρελλά.
και χάρηκα κείνες τις στιγμές τους
που δεν έχουν σύννεφα...

αυτά τα 'αχ' σου σήμερα
έχουν τέτοια χαρά ατόφια μέσα τους

όσο για τα λουλούδια που έδωσες...
είναι απο τις πιο όμορφες πράξεις
που έχω 'δει' τελευταία.
μ'έστειλες.
τι υπέροχη εικόνα.

κατερίνα μου χαμογελαστή.
υπέροχη ανάρτηση...

χχχχχχχχχχχχχχχ

Βασιλική Ν. είπε...

Κατερινάκι μου γλυκό
να δεις που χέρι χέρι θα είμαστε πολλοι αυτοί που θα βγούμε βόλτα παρέα... και ο ήλιος θα φωτίσει και τις νύχτες μας... φιλιά με δύναμη...

Τρελός του Χωριού είπε...

Τι έγινε βρε παιδιά ?
Γιατί κουνάει ?
ΣΕΙΣΜΟΣ .
ΣΕΙΣΜΟΣ .
Τι ?
Όχι?
Δεν γίνεται σεισμός ?
Τιιιιι ?
Φεύγουμε ?
Πάμε ???
Που πάμε βρε παιδιά ?
Περιμένετε με και μένα καλέ?
Να ρίξω κάτι πάνω μου και έρχομαι.

katerina.. είπε...

καλημερες.
ανωνυμε μου καλε που εισαι παντα εδω κ το ξερω..ολα καλα θα πανε ναι!ανοιγω πανια για νεους δρομους μουσικους..τουλαχιστον αυτοι ξερω που με οδηγουν..
maya μου γλυκια μου "φιλη'..ειδες ειχες δεν ειχες εστειλες κι απο εδω το καβλοκαιρι σου..φιλια πολλα.
βασιλη ν...θα παρπαταμε μαζι..μεχρι να καψει ο ηλιος τις νυχτες μας..σευχαριστω για την ανταποκριση..

katerina.. είπε...

βασιλικη ν.συγνωμη για το λαθος στο ονομα..

katerina.. είπε...

@κοπελα με το καναρινη φορεμα..ναι μεθυστικο το αρωμα της γαζιας..αυλαια και παμε ξεκινα το μετρημα..

Ανώνυμος είπε...

Τα ξωτικά

Μάλαμας Σωκράτης


Σε ποια σκιά, τα μάτια σου θολώνουν
μικρό πουλί σ’ αγάπησα πολύ
τα βήματα στα κύματα βουλιάζουν
να ‘σουν εδώ να σ’ έβρει η ανατολή

Μέσα στα ρούχα μου σε κρύβω σα φωτιά
να ‘χουν να λεν πως δεν σε γνώρισα ποτέ μου
όνειρο είναι η ιστορία μας καρδιά μου
τα ξωτικά γυρνούν τις νύχτες συντροφιά μου

Δως μου το φως κι ας κάνω πως δεν είδα
δως μου νερό να σβήσω τα βαριά
ότι έχει μείνει μέχρι εδώ από το κερί μου
είναι τα μάτια σου που καίνε σαν φωτιά

Μέσα στα ρούχα μου σε κρύβω σα φωτιά
να ‘χουν να λεν πως δεν σε γνώρισα ποτέ μου
όνειρο είναι η ιστορία μας καρδιά μου
τα ξωτικά γυρνούν τις νύχτες συντροφιά μου

Τρελός του Χωριού είπε...

Ελπίζω η προηγούμενή μου προσπάθεια για λίγο χιούμορ να μην έφερε στα χείλη σου το ακριβώς αντίθετο αποτέλεσμα (αν και το φοβάμαι). Όσο για την ανάρτηση σου είναι τόσο βαθιά και όμορφή που δεν νομίζω να φοβάται το ίσως λίγο αδόκιμο χιούμορ ενός τρελού Όπως και αν έχει θέλω να σου πω ότι τα λόγια σου με συνεπήραν

katerina.. είπε...

@trelos tou xoriou...οκ.καταλαβαινω το αδοκιμο.νασαι καλα δεν τρεχει τιποτα εδω ειμαστε παντα μια παρεα για να λεμε ο καθενας τα δικα του..καλημερα

Ανώνυμος είπε...

Πέρασα (Κική Δημουλά)

Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω απ'όλα.Λίγο απ'όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ'ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.
Όχι δεν ειμαι λυπημένη.

Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απ'αυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα,
όπως ο πόνος των δέντρων
όταν το ύστατο φύλλο τους φεύγει
κι όπως ο φόβος των γενναίων.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Πέρασα από κήπους,στάθηκα σε συντριβάνια και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς,καυχησιάρηδες.
Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσα τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.
Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.
Έλαβα κάρτες σύντομες:
εγκάρδιο αποχαιρετιστήριο από την Πάτρα
και κάτι χαιρετίσματα
απο τον Πύργο της Πίζας που γέρνει.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη που γέρνει η μέρα.

Mίλησα πολύ.Στους ανθρώπους,
στους φανοστάτες,στις φωτογραφίες.
Και πολύ στις αλυσίδες.
Έμαθα να διαβάζω χέρια
και να χάνω χέρια.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από εδώ,πήγα και από εκεί...
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από εδώ,έχασα κι από κεί.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι από την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος.Πές πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
από το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιάν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημιάς.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου έλειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή,με ακόνισε.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Όσο μπόρεσα έφερ'αντίσταση σ'αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ,να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.

Όχι,δεν είμαι λυπημένη.
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.


-Πού χάνεσαι; Μη χάνεσαι.-

Ανώνυμος είπε...

Πέρασα (Κική Δημουλά)

Περπατώ και νυχτώνει.
Αποφασίζω και νυχτώνει.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Υπήρξα περίεργη και μελετηρή.
Ξέρω απ'όλα.Λίγο απ'όλα.
Τα ονόματα των λουλουδιών όταν μαραίνονται,
πότε πρασινίζουν οι λέξεις και πότε κρυώνουμε.
Πόσο εύκολα γυρίζει η κλειδαριά των αισθημάτων
μ'ένα οποιοδήποτε κλειδί της λησμονιάς.
Όχι δεν ειμαι λυπημένη.

Πέρασα μέρες με βροχή,
εντάθηκα πίσω απ'αυτό
το συρματόπλεγμα το υδάτινο
υπομονετικά κι απαρατήρητα,
όπως ο πόνος των δέντρων
όταν το ύστατο φύλλο τους φεύγει
κι όπως ο φόβος των γενναίων.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Πέρασα από κήπους,στάθηκα σε συντριβάνια και είδα πολλά αγαλματίδια να γελούν
σε αθέατα αίτια χαράς.
Και μικρούς ερωτιδείς,καυχησιάρηδες.
Τα τεντωμένα τόξα τους
βγήκανε μισοφέγγαρο σε νύχτες μου και ρέμβασα.
Είδα πολλά και ωραία όνειρα
και είδα να ξεχνιέμαι.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Περπάτησα πολύ στα αισθήματα,
τα δικά μου και των άλλων,
κι έμενε πάντα χώρος ανάμεσα τους
να περάσει ο πλατύς χρόνος.
Πέρασα από ταχυδρομεία και ξαναπέρασα.
Έγραψα γράμματα και ξαναέγραψα
και στο θεό της απαντήσεως προσευχήθηκα άκοπα.
Έλαβα κάρτες σύντομες:
εγκάρδιο αποχαιρετιστήριο από την Πάτρα
και κάτι χαιρετίσματα
απο τον Πύργο της Πίζας που γέρνει.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη που γέρνει η μέρα.

Mίλησα πολύ.Στους ανθρώπους,
στους φανοστάτες,στις φωτογραφίες.
Και πολύ στις αλυσίδες.
Έμαθα να διαβάζω χέρια
και να χάνω χέρια.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Ταξίδεψα μάλιστα.
Πήγα κι από εδώ,πήγα και από εκεί...
Παντού έτοιμος να γεράσει ο κόσμος.
Έχασα κι από εδώ,έχασα κι από κεί.
Κι από την προσοχή μου μέσα έχασα
κι από την απροσεξία μου.
Πήγα και στη θάλασσα.
Μου οφειλόταν ένα πλάτος.Πές πως το πήρα.
Φοβήθηκα τη μοναξιά
και φαντάστηκα ανθρώπους.
Τους είδα να πέφτουν
από το χέρι μιας ήσυχης σκόνης,
που διέτρεχε μιάν ηλιαχτίδα
κι άλλους από τον ήχο μιας καμπάνας ελάχιστης.
Και ηχήθηκα σε κωδωνοκρουσίες
ορθόδοξης ερημιάς.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Έπιασα και φωτιά και σιγοκάηκα.
Και δεν μου έλειψε ούτε των φεγγαριών η πείρα.
Η χάση τους πάνω από θάλασσες κι από μάτια,
σκοτεινή,με ακόνισε.
Όχι,δεν είμαι λυπημένη.

Όσο μπόρεσα έφερ'αντίσταση σ'αυτό το ποτάμι
όταν είχε νερό πολύ,να μη με πάρει,
κι όσο ήταν δυνατόν φαντάστηκα νερό
στα ξεροπόταμα
και παρασύρθηκα.

Όχι,δεν είμαι λυπημένη.
Σε σωστή ώρα νυχτώνει.


-Πού χάνεσαι; Μη χάνεσαι.-